«...Η επίσημη όμως πολιτική ακολούθησε άλλους ηθικούς και πολιτικούς δρόμους. Από το 1996, στα πλαίσια μιας αδιαφανούς, λαθραίας, ανέντιμης πολιτικής, προωθήθηκαν από τους κυβερνώντες, χωρίς ενοχλήσεις από τις επίσημες αντιπολιτευτικές εκφράσεις, ενέργειες που στόχευαν και στοχεύουν στην ντεφάκτο ακύρωση του νομοσχεδίου αναγνώρισης της ποντιακής γενοκτονίας. Αυτή η επίσημη κυβερνητική πολιτική, που ορισμένες φορές είχε ως πρωταγωνιστές ιδιώτες ή ομάδες χορηγούμενων από το κράτος ιδιωτών, κινήθηκε σε μια σφαίρα πολιτικού αμοραλισμού, πολιτικού κυνισμού, αλλά και γελοιότητας. Έτσι, εμείς, στη φορτωμένη με ιδανικά και μηνύματα απελευθέρωσης, ειρήνης, αυτοσεβασμού, αξιοπρέπειας προς όλους τους λαούς προσπάθειά μας για τη διεθνή αναγνώριση της ποντιακής γενοκτονίας, βρεθήκαμε να παλεύουμε σε δύο μέτωπα: Μπροστά μας ορατός ο τουρκικός ρατσισμός και οι απειλές του. Πίσω μας η κυβερνητική υπονόμευση. Είχαμε να παλέψουμε με ορατές, διαφανείς και αδιαφανείς δυνάμεις, που στο αίτημα της Ιστορίας και του δικαίου για την ανάσταση και αναγέννηση των λαών της Μικράς Ασίας και της Ανατολίας, προτείνουν τη διατήρηση και επιστροφή των φαντασμάτων του ρατσιστικού παρελθόντος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]