Μπουένος Άιρες, Αργεντινή, 1978, Μουντιάλ. Η χώρα του ταγκό και της μπάλας είχε βάλει τα καλά της για τη μεγάλη γιορτή του ποδοσφαίρου, το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Η λατρεία για τη στρογγυλή θεά αλλά και η αδημονία μέχρι να κυλήσει στο πράσινο χαλί ήταν χαραγμένες στα πρόσωπα όλου του κόσμου.
Καθώς στεκόμουν στην ουρά για να παραλάβω τη διαπίστευσή μου, έβλεπα αυτή τη λαχτάρα για το ποδόσφαιρο.
Όταν ήρθε η σειρά μου να εξυπηρετηθώ, μια νόστιμη Αργεντίνα, η Πατρίσια, βλέποντας τα χαρτιά μου με τα στοιχεία, μου λέει: `A, Grecia senior, Grecia. Panathinaikos!` Έμεινα έκπληκτος και απορημένος. `Που ξέρεις τον Παναθηναϊκό;` της λέω. `Ποιος δεν τον ξέρει; Όλοι οι άνθρωποι της μπάλας τον ξέρουν! Είχε παίξει στον τελικό του 1971 με τον Άγιαξ και μετά έπαιξε στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου με τη Νάσιοναλ Μοντεβίδεο. Το είχα δει το παιχνίδι στην τηλεόραση, εκατομμύρια είδαν την ελληνική ομάδα...`
Το ίδιο είχε συμβεί με τον... Panathinaikos κι ένα χρόνο πριν, το `77, στο Μπρούνο Ζάουλι στο Ελσίνκι, το ίδιο έγινε κάμποσες φορές αργότερα...
Ο Παναθηναϊκός λοιπόν, μ` αυτό το ειδικό βάρος στην Ευρώπη, έγινε γνωστός όχι μόνο στη Γηραιά Ήπειρο, αλλά σε όλο τον κόσμο.
Είναι ο πρεσβευτής του ελληνικού ποδοσφαίρου στο εξωτερικό, ο Ευρωπαίος Παναθηναϊκός, όπως λένε όλοι.
Γιατί κάποιος δε θυμάται αν η Ρεάλ έχει πάρει 27 ή 29 πρωταθλήματα στην Ισπανία, αλλά θυμάται τα ευρωπαϊκά της κύπελλα, αυτά που την έκαναν Βασίλισσα.
Ο Παναθηναϊκός λοιπόν, φτάνοντας πανάξια στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971, άλλες δύο φορές στα ημιτελικά και κάνοντας εξαιρετικές πορείες για πολλά πολλά χρόνια, έγινε γνωστός στα πέρατα του κόσμου. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]