ΩΧΡΑ ΥΠΟΚΟΣΜΗ:
Σβησμένοι φανοστάτες τα θαμπά σου μάτια
φρουρούσανε την είσοδο της ρημαγμένης πόλης
σακατεμένος άνεμος ξεφύσαγε στους δρόμους
βραχνός καημός οι στερεμένες βρύσες
ράγισε το φθινόπωρο κι έσταξε ώχρα υπόκοσμη
πάνω στο άδειο σπίτι στην άκαρπη αυλή
σε φύλλα που ξεράθηκαν χλωμιάσαν τα φιλιά
σε ζαρωμένα στήθια χαμίνια της φθοράς
σ` εύφορα χείλη που απόμειναν στέρφα
στη λύσσα που ξεθύμανε σώμα νεκρό.
Κορίτσι απ` τα παλιά φιλί βαθύ μες στην καρδιά
στο πεθαμένο φως σου τώρα
φαντάσματα τα θλιβερά απομεινάρια.