Η ψυχή μου είναι βαμμένη μπλε και κόκκινη, σαν την πατρίδας, με τα μπλε και κόκκινα παιδιά της. Όταν τα πρόσωπα και τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή μου άρχισαν να αναδύονται βασανιστικά στη μνήμη, σκέφτηκα ότι θα ήταν κρίμα να χαθούν, καθώς πλησιάζει πια η στιγμή που θα διαβώ το κατώφλι της ανυπαρξίας. Έγραψα λοιπόν το μυθιστόρημα αυτό, αξιοποιώντας τα βιώματά μου από την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τα χρόνια της Αντιπαροχής που ακολούθησαν, όπως έπραξαν πριν από μένα κι άλλοι άξιοι πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης, για να μη μείνει η εποχή αυτή πεδίο μελέτης των νεότερων μόνο ιστορικών, που με την ψυχρή επιστημονική τους μεθοδολογία θα την καταχωρήσουν στα τομίδια της πρόσφατης Ιστορίας μας. Τα πρόσωπα και τα γεγονότα που εξιστορώ είναι τα περισσότερα αληθινά, αν και δεν μπορώ να πω με σιγουριά –ύστερα μάλιστα από τόσα χρόνια– σε ποια σημεία ή ως ποιο σημείο η πραγματικότητα παραχώρησε τη θέση της στη μυθοπλασία. Η τεχνική που ακολούθησα βασίζεται στην περιγραφή πολλών, σχεδόν αυτοτελών, περιστατικών, που ολοκληρώνουν την τοιχογραφία ή το μωσαϊκό κάθε περιόδου. Προσδοκώ ότι η αναπαράσταση των χρόνων εκείνων θα ζωντανέψει τους χαλεπούς εκείνους καιρούς στη μνήμη των παλαιοτέρων και θα αποβεί χρήσιμη επίσης στους νέους για να κατανοήσουν την εποχή, που, επειδή οι συνθήκες άλλαξαν πολύ γρήγορα, όχι μόνο δεν τη γνωρίζουν, αλλά κι ούτε, πιστεύω, μπορούν και να τη φανταστούν.
Π.Σ.