Είναι ο υλικός κόσμος `επιφανειακός`, `εφήμερος`, και ως εκ τούτου καταδικασμένος να συγκαλύπτει και να συσκοτίζει ό,τι θεωρείται `ουσιαστικό`, `αληθινό` και `αιώνιο`; Είναι `άψυχος` και `παθητικός`, στον αντίποδα της οντότητας του `ανθρώπου`, που είναι `ζωντανός` και `ενεργητικός`; Τότε, πως μπορεί ένα έργο τέχνης να `δρα`: να καθηλώνει, να συγκινεί, να προκαλεί συναισθήματα στο θεατή του; Και γιατί απευθυνόμαστε σε μια μηχανή ή σε ένα αυτοκίνητο δίνοντάς του συχνά όνομα και παρακαλώντας το να μη χαλάσει όταν βρισκόμαστε στη μέση του πουθενά; Πως γίνεται να υπάρχουν `έξυπνα σπίτια` και `έξυπνα υφάσματα`; Και πως το ένδυμα και η τροφή μπορούν να γίνουν αντίστοιχα `δεύτερο δέρμα` και `ανθρώπινο σώμα`; Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στα υποκείμενα και τα αντικείμενα; Και ποια η σχέση μας με την ύλη; Μήπως δεν είμαστε και οι ίδιοι από ύλη; Υπάρχουν, τελικά, ειδικές κατηγορίες `του υλικού` και `του άυλου` ή, μήπως, διαφορετικά `υλικά`, που διαρκώς κινούνται, μεταλλάσσονται και συμφύρονται;
Ερωτήματα, όπως τα παραπάνω, διερευνώνται στα κείμενα αυτού του τόμου από μελετητές με ανθρωπολογική ή/και αρχαιολογική κατάρτιση και με διαφορετικές θεωρητικές καταβολές. Ορισμένοι από αυτούς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση και αναγνώριση του Υλικού Πολιτισμού ως οργανωμένου διεπιστημονικού πεδίου έρευνας, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Στα κεφάλαια που υπογράφουν, παρουσιάζουν τις εξελίξεις και τους νέους δρόμους έρευνας και θεωρητικού προβληματισμού σε θεματικές οι οποίες έχουν αποτελέσει πεδία ζωηρού ενδιαφέροντος και σημεία αναφοράς στη μελέτη του υλικού πολιτισμού: Μουσεία, Πολιτισμική Κληρονομιά, Τέχνη, Οπτικός Πολιτισμός, Τοπίο, Κατοικία, Τεχνολογία, Κατανάλωση, Ένδυμα, Τροφή. Η παρουσίαση αυτή έχει σκοπό να εγκαινιάσει και στην Ελλάδα μια συστηματικότερη συνομιλία ανάμεσα σε μελετητές αυτών των πεδίων, αποκαλύπτοντας τις προοπτικές που ανοίγει μια `ανθρωπολογία στη χώρα των πραγμάτων`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]