«Ο υποσμηναγός Ράλεϋ χτυπήθηκε, κύριε σμηναγέ», είπε ο σμηνίας. Ο σμηναγός Μίτι τον κοίταξε. «Στείλε τον στο νοσοκομείο», είπε κουρασμένος. «Θα πετάξω μόνος». Έξω από το χαράκωμα χαλούσε ο κόσμος. «Το φράγμα πυρός πυκνώνει, κύριε σμηναγέ», είπε ο σμηνίας. «Μια φορά ζούμε φίλε μου!» είπε ο Μίτι. Έβαλε κονιάκ και ήπιε, ύστερα σηκώθηκε και πήρε το αυτόματο. «Είναι σαράντα ολόκληρα χιλιόμετρα μέσα από μια κόλαση», είπε ο σμηνίας. Ο Μίτι είχε τελειώσει το κονιάκ του. «Τι σημασία έχει; Όλη η ζωή έτσι δεν είναι;»
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]