...` Άκουσε` του είπα, `στο σχολείο είναι ζόρικα τα πράματα. Μου δίνεις πενήντα σεντς τη βδομάδα χαρτζιλίκι. Μπορείς να το κάνεις ένα δολάριο;`
`Ναι`. Έβαλε στο στόμα του μια πιρουνιά παντζάρια τουρσί κι άρχισε να μασάει. Ύστερα με κοίταξε κάτω από τα πυκνά του φρύδια.
`Αν σου δώσω ένα δολάριο τη βδομάδα, μας κάνει πενήντα δυο δολάρια το χρόνο, πάει να πει πως πρέπει να δουλεύω πάνω από μια βδομάδα για να `χεις εσύ το χαρτζιλίκι σου`.
Δεν απάντησα. Για τ` όνομα του Θεού, σκέφτηκα, αν μετράς τα πράγματα έτσι, δεκαρούλα δεκαρούλα, τότε δεν πρέπει να ν` αγοράζεις τίποτε, ούτε ψωμί και καρπούζι, ούτε εφημερίδα ή αλεύρι, γάλα ή κρέμα ξυρίσματος. Δε συνέχισα. Άμα μισείς κάποιον, δεν πρέπει να τον παρακαλάς...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]