Τι κοινό μπορεί να έχουν ο άγιος Ιωσήφ και ο Οβελίξ, η πόρνη του Μεσαίωνα και διαιτητής του μπέηζμπωλ, οι καρμηλίτες και οι λουόμενοι της Μπελ Επόκ, οι γελωτοποιοί της Αναγέννησης και οι κατάδικοι στα κόμικς, όσοι κοιμούνται με πιτζάμες και οι Αβράκωτοι της Γαλλικής Επανάστασης; Φορούν όλοι ριγέ, δείγμα της τοποθέτησής τους στα όρια της κοινωνικής ευταξίας ή και έξω από αυτή. Το ριγέ, δομή νόθα, αποτέλεσε στη Δύση για καιρό σημείο αποκλεισμού και υπέρβασης. Ο Μεσαίωνας θεωρούσε τα ριγέ υφάσματα διαβολικά ενώ στη νεότερη κοινωνία παρέμειναν ως ενδυματολογικό γνώρισμα των κατώτερων στρωμάτων (σκλάβοι, υπηρέτες, ναύτες, κατάδικοι). Ωστόσο αυτές οι υποτιμητικές ρίγες, χωρίς να εξαφανιστούν εντελώς, άρχισαν από τη ρομαντική εποχή να υποχωρούν μπροστά στον ανταγωνισμό ενός άλλου είδους ρίγας, φορέα νέων ιδεών: ελευθερία, νιάτα, ευχαρίστηση, χιούμορ.
Σήμερα τα δύο συστήματα αξιών συνεχίζουν να συνυπάρχουν. Περισσότερο όμως από ποτέ, υπάρχουν ρίγες και ρίγες. Οι ρίγες του τραπεζίτη δεν είναι ίδιες με του κακοποιού, οι ρίγες στις διαβάσεις πεζών ή στα κάγκελα της φυλακής είναι διαφορετικές από αυτές που συναντάμε στην παραλία ή στα αθλητικά στάδια. Διατρέχοντας τη μακρά ιστορία της ρίγας στον δυτικό πολιτισμό, ο Michel Pastoureau διερευνά την προέλευση, τη θέση και τη λειτουργία των οπτικών κωδίκων σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Τι συνιστά ατιμωτικό σημάδι; Γιατί οι ριγέ επιφάνειες διακρίνονται καλύτερα από τις μονόχρωμες; Ισχύει αυτό σε όλους τους πολιτισμούς; Το ζήτημα, τελικά είναι βιολογικό ή πολιτισμικό;
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]