Κάποτε, στην άκρη ενός χωριού, υπήρχε ένα φτωχικό σπίτι. Εκεί έμενε η Θεοδώρα με την άρρωστη μητέρα της. Η Θεοδώρα ήταν ένα ευαίσθητο παιδί, με καστανά μαλλιά και μάτια με μακριές βλεφαρίδες. Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που μια μέρα ο πατέρας της έφυγε για δουλειά σε μια μακρινή, ξένη πόλη και σπάνια μάθαιναν νέα του. Σύντομα, από τις πολλές φροντίδες και τη δουλειά, η μητέρα της αρρώστησε βαριά και ένα πρωί δεν μπόρεσε να σηκωθεί από το κρεβάτι. (..)