Αντικείμενο του έργου είναι η παρουσίαση των σημαντικών διαφοροποιήσεων που επέφεραν η απόφαση πλαίσιο και ο ελληνικός νόμος μεταφοράς στο παραδοσιακό καθεστώς της έκδοσης και κυρίως η συστηματική ανάλυση και κριτική αποτίμηση των ρυθμίσεων που αφορούν την αρχή της διττής εγκληματικότητας. Ο λόγος για τον οποίο δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην αρχή αυτή σχετίζεται με τη θεμελιώδη σημασία της ως ασφαλιστικής δικλείδας υπέρ του εκζητουμένου. Εξάλλου, το ειδικό βάρος της αρχής διαφάνηκε και από το γεγονός ότι η νομιμότητα της διάταξης του ευρωπαϊκού νομοθετήματος που προβλέπει την περιστολή της αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, μετά από υποβολή σχετικού προδικαστικού ερωτήματος εκ μέρους του Διαιτητικού Δικαστηρίου του Βελγίου.
Ειδικότερα, ο κύριος κορμός του έργου διαρθρώνεται σε έξι μέρη. Στο πρώτο μέρος πραγματοποιείται σκιαγράφηση της πορείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιγράφεται η μετάβαση από τον αμιγώς οικονομικό χώρο στον πολιτικό χώρο, στον οποίο περικλείονται, εκτός των άλλων, τα ζητήματα δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.
Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται μνεία στη φύση και εξέλιξη του θεσμού της έκδοσης, υπογραμμίζονται τα εμπόδια διαδικαστικής ή πολιτικής φύσης που καθιστούσαν δυσχερή τη διεξαγωγή του και περιγράφεται η σταδιακή πορεία προς την υιοθέτηση του νέου μορφώματος δικαστικής συνεργασίας. Αναφέρονται, επίσης, οι σημαντικότεροι σκόπελοι που ανέκυψαν κατά τη μεταφορά της ενωσιακής πράξης, δεδομένου ότι οι θεσμικές αλλαγές που αυτή επέφερε στις παραδοσιακές αρχές της έκδοσης, αποτέλεσαν πηγή πολλαπλών αντιπαραθέσεων και έθεσαν θεμελιώδη ζητήματα συνταγματικής φύσης.
Στο τρίτο κεφάλαιο της μελέτης πραγματοποιείται ειδική αναφορά στην αρχή του διττού αξιοποίνου. Περιγράφεται η σταδιακή συρρίκνωση που υπέστη η αρχή αυτή σε όλη την πορεία του θεσμού της έκδοσης, υπογραμμίζεται η θεωρητική σημασία της και επισημαίνεται η προβληματική της παράκαμψής της κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
Με αφορμή τις σκέψεις αυτές, στο επόμενο κεφάλαιο καταγράφονται αναλυτικά οι σχετικές θέσεις του κοινοτικού Δικαστηρίου, όπως διαμορφώθηκαν στην από 3.5.2007 απόφασή του σχετικά με το κύρος της απόφασης πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Διερευνάται επίσης, εις βάθος η συμβατότητα της ρύθμισης της απόφασης πλαίσιο που προβλέπει την παρέκκλιση από το έλεγχο της προϋπόθεσης του διττού αξιοποίνου, ως προς ορισμένες μόνο κατηγορίες εγκληματικών συμπεριφορών, ασαφώς προσδιορισμένες, με τις δικαιοκρατικές αρχές της νομιμότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων.
Στο κεφάλαιο που ακολουθεί πραγματοποιείται μία πιο διευρυμένη παρουσίαση του συνόλου των ρυθμίσεων της απόφασης πλαίσιο που σχετίζονται με τον έλεγχο του διττού αξιοποίνου.
Στο έκτο κεφάλαιο της μελέτης υπογραμμίζονται οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από το βεβιασμένο διάβημα της Ένωσης να καταργήσει, έστω και μερικώς, την αρχή του διττού αξιοποίνου, χωρίς να έχει προηγουμένως επιτύχει την προσέγγιση των ποινικών ρυθμίσεων ουσιαστικής και διαδικαστικής φύσης στις έννομες τάξεις των κρατών μελών.
Στη συνέχεια, προτείνονται ορισμένες επιβεβλημένες νομοθετικές επεμβάσεις, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ενωσιακό επίπεδο, προκειμένου να εξοβελιστούν οι ερμηνευτικοί σκόπελοι του Ν. 3251/2004, αλλά και της απόφασης πλαίσιο και να καλυφθούν τα υπάρχοντα νομικά κενά. Βασικός στόχος των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι η διασφάλιση της ομοιόμορφης διεξαγωγής της διαδικασίας στις έννομες τάξεις του συνόλου των κρατών μελών και η παροχή εναρμονισμένης προστασίας υπέρ του εκζητουμένου. Επιπροσθέτως, υποδεικνύονται ορισμένα μέτρα ευρύτερου χαρακτήρα που θα ήταν ορθό να ληφθούν από τον Ευρωπαίο νομοθέτη, προκειμένου να επιτευχθεί η ουσιαστική εγκαθίδρυση ενός κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και να διευκολυνθεί η ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μεταξύ των αρμόδιων εθνικών δικαστικών αρχών στο σύνολο του ενωσιακού χώρου.