ΣΤΙΓΜΟΥΛΑ
Στο δέρμα μου βαθιά, το τραγικό,
άρωμα δικό σου ζει κρυμμένο.
Τη μία είναι χάδι αφρόπλαστο,
γλυκά φιλιά μου δίνει.
Την άλλη σα μοιρολόι του χαμού,
βγάζει λυγμό, με πνίγει.
Δε ξέρω πώς να τ` ορίσω
αυτό που μέσα μου ανασταίνεις.
Πότε πότε να `ρχεται
η Γνώση και η Σοφία,
όλος ο κόπος μιας γενιάς,
σοδειάς που `χες δουλέψει.
Εναρμόνια να κάθονται
στου κεφαλιού τη σκέψη,
να σου θυμίζουν
στιγμούλα ολόλαμπρη,
αγγελοπρόσωπη που εδιάβει,
σ` ένα παίξιμο βλεφάρων!