Ο ποιητής ενεργεί σαν το παιδί που παίζει. Δημιουργεί ένα φανταστικό κόσμο που τον παίρνει στα σοβαρά, δηλαδή τον εφοδιάζει με πολύ ψυχική ενέργεια ξεχωρίζοντάς τον ταυτόχρονα καθαρά από την πραγματικότητα. Αλλά αυτή η έλλειψη πραγματικότητας από τον κόσμο του ποιητή, γεννά σημαντικές συνέπειες για την τεχνική της καλλιτεχνίας (. . .). Ο ενήλικας θυμάται με πόση σοβαρότητα αφιερωνότανε στα παιδικά του παιχνίδια, και τώρα συγκρίνει τις σοβαρές τάχα ασχολίες του μ` αυτά τα παιδικά παιχνίδια: ελευθερώνεται τότε από τον βαρύτατο ζυγό της ζωής και φθάνει σε μια ανώτερη απόλαυση· στο χιούμορ. Διαπιστώνουμε έτσι ότι όσο η ηλικία προχωρεί σταματά ο άνθρωπος να παίζει, απαρνείται φαινομενικά την ευχαρίστηση που εύρισκε στο παιχνίδι. Αλλά αυτός που γνωρίζει καλά την ψυχική ζωή του ανθρώπου, αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα για έναν άνθρωπο από το να απαρνηθεί μια απόλαυση που έχει δοκιμάσει. Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε να απαρνηθούμε τίποτα, γνωρίζουμε μόνο ν’ ανταλλάξουμε κάτι για κάτι άλλο.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]