Γοργόνες που κάθονται στα δέντρα της ακροποταμιάς και λιάζονται στο φως του φεγγαριού, τριχωτά στοιχειά του δάσους, με κέρατα και τραγοπόδαρα, που άλλοτε γίνονται ψηλά σαν καμπαναριό εκκλησίας και άλλες φορές χαμηλά σαν το χορτάρι, δαιμονικά του νερού που μπορούν να πάρουν όποια μορφή θέλουν για να σε παγιδέψουν και να σου αρπάξουν την ψυχή. Θα μου πείτε παραμύθια! Και βέβαια παραμύθια. Τι ωραιότερο όμως υπάρχει από ένα καλό παραμύθι; Κι έτσι πήρα τρεις ρωσικές παραδόσεις, που τις αγάπησα από μικρή, κι έφτιαξα παραμύθια δικά μου. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]