Το βιβλίο αυτό ίσως θα έπρεπε να ξεκινά με μια απολογία αντί προλόγου - μια απολογία για την αλαζονεία του να επιχειρήσει κανείς μεμονωμένα μια ιστορία της Βαλκανικής Χερσονήσου. Στην ιδεατή περίπτωση, ένα τέτοιο έργο θα έπρεπε να αναληφθεί από μια διεθνή ομάδα επιστημόνων. Όμως ακόμη και μια τέτοια ομάδα δεν θα μπορούσε να ελπίζει ότι θα παρήγαγε ένα συγκεκριμένο έργο χωρίς να προηγηθεί μια μακρόχρονη περίοδος ερευνητικής συνεργασίας και διαλογισμού πάνω στα αναρίθμητα κύρια προβλήματα της βαλκανικής ιστορίας που ακόμη παραμένουν άλυτα.
Ξεκίνησα αυτήν τη μελέτη πριν από σχεδόν μια δεκαετία, με την ελπίδα ότι οι αναπόφευκτες ελλείψεις του τελικού προϊόντος θα μπορούσαν ίσως να εξισορροπηθούν από ορισμένα θετικά στοιχεία. Ειδικότερα, σ` όλη την διάρκεια της προετοιμασίας του παρόντος τόμου έμεινα πιστός σε δυο στόχους. Ο πρώτος αφορούσε τη σύνθεση και τη γενικότερη προσβασιμότητα της μεγάλης ποσότητας μονογραφιών και των περιοδικών δημοσιευμάτων που εμφανίστηκαν κατά την περίοδο που ακολούθησε τον Α` Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν συντάχθηκαν οι τρέχουσες γενικές ιστορίες των Βαλκανίων. Η φύση και η έκταση αυτών των δημοσιευμάτων παρουσιάζεται στη βιβλιογραφία, που έχει γίνει και μια προσπάθεια να αναδειχθούν οι πιεστικότερες ανάγκες και τα πλέον υποσχόμενα ερευνητικά πεδία στη σύγχρονη βαλκανική ιστοριογραφία. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]