[...] `Ευεργέτης` ήταν το επίθετο με το οποίο επικαλούνταν στην αρχαία Ελλάδα οι άνθρωποι τους θεούς που τους βοηθούσαν, όπως τον Διόνυσο, τον Απόλλωνα, τον Σέραπη κ.ά. Αργότερα, με το πέρασμα των αιώνων η ευεργεσία άλλαξε μορφή. Οι ευεργεσίες απέκτησαν μια περισσότερο ουσιαστική έννοια για τα κράτη που δημιουργήθηκαν από τους απογόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ήσαν υπηρεσίες που προσέφεραν στις πόλεις άνθρωποι με περιουσία, προσωπικό κύρος και επιρροή. Το επίθετο `ευεργέτης` χρησιμοποιήθηκε ως χαρακτηρισμός βασιλέων των Ελληνιστικών Χρόνων, όπως του Πτολεμαίου Γ` ή του Μιθριδάτη του Ε`, οι οποίοι προσέφεραν πολλά τόσο στον πολιτισμό όσο και στον λαό τους, ειδικά ο πρώτος, σε κρίσιμες περιστάσεις. Στην αρχαιότητα `ευεργέτες` ήσαν οι θεοί και οι βασιλείς και έλλειπε, θεωρητικά τουλάχιστον, η σχέση του δούναι και λαβείν. Οι σχέσεις του κάθε βασιλιά με τις πόλεις του βασιλείου του εξαρτιόνταν από δύο πράγματα: από το πόσο ισχυρός ήταν ο ίδιος και πόσο αυτόνομη ήταν παλαιότερα η πόλη. Ο βασιλιάς μπορούσε να επιβάλει τη θέλησή του, αλλά μόνο έμμεσα: διόριζε επιτρόπους (επιστάτες), οργάνωνε τη φρουρά και ενέκρινε παροχές. Με τις παροχές, όπως για παράδειγμα την απαλλαγή από φόρους, ο βασιλιάς εμφανιζόταν συχνά ως ευεργέτης ή σωτήρας.
Με τις υπηρεσίες τους μια πόλη εξασφάλιζε τα χρήματα για διάφορους σκοπούς, όπως για να προμηθεύεται σιτάρι, όταν υπήρχε έλλειψη, για να στέλνει πρεσβείες, για να επισκευάζει δημόσια κτίρια, για να διοργανώνει τις θρησκευτικές γιορτές. Συνήθως οι άνθρωποι αυτοί ανταμείβονταν για τις υπηρεσίες τους με δημόσιο έπαινο. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]