[...] Μετά τα Κυπριακά Χρονικά και τα Κυπριακά Γράμματα ωργανώθη το λαμπρόν επιστημονικόν περιοδικόν Κυπριακαί Σπονδαί, το οποίον εβραβεύθη και υπό της Ακαδημίας Αθηνών. Εις το περιοδικόν τούτο συνεκεντρώθη άφθονον λαογραφικόν, γλωσσικόν και ιστορικόν υλικόν, γίνεται δε αρτία και πρωτότυπος επεξεργασία αυτού.
Βεβαίως υπάρχει ακόμη άφθονον υλικόν, το οποίον δεν έτυχε της δεούσης προσοχής. Η Κύπρος είναι η μεγαλυτέρα ελληνική νήσος και κρύπτει ανεξάντλητους θησαυρούς, όπως και η Κρήτη. Λαμπρόν είναι και υποδειγματικόν π.χ. το τοπωνυμικόν της Κύπρου το γραφέν υπό του Σίμου Μενάρδου, αλλά πόσα τοπωνύμια πρέπει ακόμη να συγκεντρωθούν δια να καταλήξωμεν εις οριστικά ιστορικά και γλωσσικά συμπεράσματα! Υπό την έποψιν αυτήν ευτυχεστέρα είναι η Ρόδος μετά την λαμπράν εργασίαν του γυμνασιάρχου Χρ. Παπαχριστοδούλου. Αλλά και τα μέχρι τούδε συγκεντρωθέντα και εξετασθέντα τοπωνύμια της Κύπρου απέδειξαν ένα αναμφισβήτητον γεγονός, την συνέχειαν δια των αιώνων και των χιλιετηρίδων του ελληνικού πληθυσμού της υπαίθρου, ο οποίος επροφύλαξε την νήσον από τας ξενικάς επιδράσεις. Η συνέχεια αυτή διέσωσε αρχαία και μεσαιωνικά τοπωνύμια αμέτρητα, εδημιούργησε δε νεώτερα κατά τους κανόνας τους ισχύοντας πανταχού του νεωτέρου Ελληνισμού.
Ανάγκην λεπτομερεστέρας ερεύνης έχουν αι λαϊκαί παραδόσεις, τα έθιμα, και αι δεισιδαιμονίαι ακόμη. Αι γενόμεναι μέχρι τούδε εργασίαι υπό ξένων και Κυπρίων δεν εξήντλησαν το θέμα. Η έρευνα έχει ακόμη να ξεχωρίση τας Χριστιανικάς από τας αρχαίας ελληνικάς παραδόσεις.
Επίσης δεν εξηντλήθη το θέμα της λαϊκής πνευματικής εργασίας, παρά το πλήθος των δημοτικών τραγουδιών που συνελέγησαν και αναφέρονται και εις την μεσαιωνικήν εποχήν, όχι μόνον την νεωτέραν. Ιδιαιτέρως διακρίνεται η ακριτική ποίησις της Κύπρου, η οποία διετήρησε και ονόματα αυτοκρατόρων ακόμη, όπως του Νικηφόρου Φωκά. Εις ουδεμίαν άλλην ελληνικήν περιφέρειαν αι απηχήσεις της ακριτικής ποιήσεως είναι τόσον πολλαί και τόσον ζωηραί. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]