Αφετηρία αυτής της δουλειάς υπήρξε η έκθεση `Σπίτι: μια εγκατάσταση` στην Γκαλερί 7, το 2010.
Αργότερα, αποφάσισα να εγκαταλείψω την ασφάλεια του εργαστηρίου μου και να χρησιμοποιήσω το σπίτι ως εργαλείο εξερεύνησης, επικοινωνίας και προσπάθειας κατανόησης του εξωτερικού κόσμου, αλλά και ως αφορμή διείσδυσης στον προσωπικό μου λαβύρινθο.
Ταυτόχρονα η δουλειά αυτή αποτελεί ένα σχόλιο για τη μετατροπή μιας μορφής τέχνης σε άλλο ιδίωμα: από τη ζωγραφική στη φωτογραφία.
Περιπλανήθηκα πολύ...
Ανάσανα στην εξοχή, σε άλση, κήπους και παραλίες.
Θαύμασα μνημεία, συνάντησα άστεγους και τοξικομανείς στο κέντρο της πόλης.
Σκαρφάλωσα σε ταράτσες, κατέβηκα σε υπόγεια και εγκαταλελειμμένα σπίτια με γκράφιτι.
Συν-κινήθηκα από απεργίες, διαδηλώσεις και φωτιές.
Συνομίλησα με επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, συζήτησα με μετανάστες.
Επισκέφτηκα παλιά νεκροταφεία, μπήκα σε εκκλησίες...
Έπαιξα με παιδιά.
Η αυτοσχεδιαστική συμμετοχή πολλών φίλων, γνωστών και άγνωστων στη διαδικασία της φωτογράφησης υπήρξε καθοριστική για το ζητούμενο διαδραστικό χαρακτήρα του έργου.
Η πραγματικότητα και η φαντασία μετασχηματίστηκαν σε ένα υβριδικό έργο όπου η τέχνη και ο περιβάλλων χώρος βρίσκονται σε αέναη αλληλεπίδραση.
Η περιπλάνηση αυτή εντός μας και εκτός μας δεν τελειώνει...