Στου Ομήρου την Οδύσσεια, σ` ανταμώσαμε πρώτη φορά, Βαγδάτη, αγορασμένη δμωή το νόστιμον ήμαρ να νοσταλγείς. Κι απέ στη Μεσοποταμία, στου κόσμου τον παράδεισο, τον Κήπο της Εδέμ, κυρά κι αρχόντισσα, του Τίγρη και του Ευφράτη τ` άγια νάματα να ταξιδεύουν τους πόθους σου και τους καημούς σου. . . Στης Βαβυλώνας τα θαυμάσια ταξιδευτές μας ξενάγησες και στης Γραφής τα θεία σπουδάγματα. . . Κι ερωτική Ζεχρά σε τραγουδήσαμε. . . Και Χαλιμά του μύθου με χίλιες και μια νύχτες εκοίμησες τον δράκο που σ` είχε πάρει σκλάβα. . . και πριν τη λέξη ξεστομίσεις «Λυτρώθηκα.». . . Πλακώσαν. . . ελευθερωτές σου ο Βιασμός κι ο Φόνος, σταλμένοι από τον Μπους και Μπλερ, επίγονους των σταυροφόρων, που. . . ελευθερώσανε τους Άγιους Τόπους, όπως απολαβαίνουν την. . .ελευθερία τους, στου Σαρόν τις φονικές επιδρομές και την απελπισμένη θυσία των καμικάζι παιδιών της Παλαιστίνης. . . Κι εσύ βιασμένη, λεηλατημένη, μωροζώντανο απολειφάδι χωρίς φωνή, τριγυρνάς μεσ` στα ερείπια φάντασμα πιο μαύρο απ` τον καημό σου, μετρώντας τον άμετρο χαμό και την ορφάνια σου, τα μωρά, τα παιδιά, τους νέους, τους γερόντους, τους άντρες, όλη τη ρημαγμένη πατρίδα. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]