ΜΠΛΕ ΠΟΛΗ
Κλάδεψε τα δάκρυα
από της μοναξιάς σου
το καχεκτικό δέντρο
και φύγε..
ο νυχτιάτικος μαΐστρος
θα τα φορτωθεί
με ήχους από κλάμα σαν πνίξιμο
και τα κύματα θα γρονθοκοπάνε
στο πρόσωπο αλύπητα
μία πλώρη νικηφόρα..
Τα μαύρα σου ρούχα στο πάτωμα,
τα υπομονετικά χάδια
από δάχτυλα καμένα
κι επίμονα,
τα ξεχασμένα τζιτζίκια
στο λαβύρινθο των καλοκαιρινών σου αφτιών
και τα τριζόνια,
κάτω από μάρμαρα και κολόνες
κι αγάλματα, αρχαιοκάπηλων,
μάζεψέ τα και φύγε,
φύγε μακριά.
Σιμιγδάλι, μαρέγκα και μπαμπάκι
γωνιάζουν τη θάλασσα
στον πρώτο χαιρετισμό [. . .]