Έχει καθιερωθεί εδώ και καιρό, οι πολιτικοί επιστήμονες, να διακρίνουν τα συστήματα διακυβέρνησης σε κοινοβουλευτικά και προεδρικά, δικομματικά και πολυκομματικά και ούτω καθεξής. Συχνά όμως, αυτές οι κατηγοριοποιήσεις αποτυγχάνουν να φωτίσουν χρήσιμες πλευρές της λειτουργίας των πολιτικών συστημάτων. Παραδείγματος χάρη, πώς μπορούμε να συγκρίνουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα προεδρικό δικαμερικό σύστημα με δύο ασθενή κόμματα, με τη Δανία, ένα κοινοβουλευτικό μονοκαμερικό σύστημα με πολλά ισχυρά κόμματα; Το βιβλίο "Παίκτες αρνησικυρίας" προωθεί μια νέα προσέγγιση στην κατανόηση της διάρθρωσης των κυβερνήσεων. Τα στοιχεία που στην πραγματικότητα διαφοροποιούν τα πολιτικά συστήματα, ισχυρίζεται ο Γιώργος Τσεμπελής, μπορούν να εντοπιστούν στο βαθμό που αυτά αφήνουν το περιθώριο σε πολιτικούς παίκτες να ασκούν βέτο σε επιλογές πολιτικής. Αντλώντας άφθονα στοιχεία από τη θεωρία παιγνίων, δείχνει γιατί μια αύξηση στον αριθμό των παικτών αρνησικυρίας ή μια αύξηση της ιδεολογικής απόστασης που τους χωρίζει, οδηγεί στην αύξηση της σταθερότητας πολιτικής, στοιχείο που δεν επιτρέπει σημαντικές παρεκκλίσεις από το status quo.
Η σταθερότητα πολιτικής επηρεάζει μια σειρά από άλλα βασικά χαρακτηριστικά των πολιτευμάτων, υποστηρίζει ο συγγραφέας. Παραδείγματος χάρη, οδηγεί σε υψηλά επίπεδα ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος και της γραφειοκρατίας, καθώς και σε υψηλά επίπεδα κυβερνητικής αστάθειας (στα κοινοβουλευτικά συστήματα). Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, ο Τσεμπελής αναπτύσσει το θεωρητικό πλαίσιο και συνάγει πορίσματα που ελέγχονται εμπειρικά στο δεύτερο μέρος με στοιχεία από αναπτυγμένες χώρες, καθώς και με στοιχεία που προέκυψαν από την ανάλυση της νομοθετικής διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
"Το βιβλίο αυτό θα αποτελέσει ορόσημο. Αποτελεί την κορύφωση μιας δεκαετίας επίπονης αναλυτικής και εμπειρικής εργασίας, στη διάρκεια της οποίας ο Τσεμπελής απλά και χειροπιαστά μεταρρύθμισε τη συγκριτική πολιτική ανάλυση. Παρά την αναλυτική του ακρίβεια, το κείμενο είναι εξαιρετικά προσιτό. Μπορεί κανείς με ασφάλεια να προβλέψει ότι αυτό το πόνημα θα αποτελέσει ένα από τα πιο σημαίνοντα εγχειρίδια πολιτικής επιστήμης της ερχόμενης δεκαετίας."
(Fritz W. Scharpf, Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών Max Plank, Κολωνία)