Η καμινάδα, ως στοιχείο της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, δεν έχει μελετηθεί επαρκώς από την επιστήμη της λαογραφίας. Οι σχετικές αναφορές είανι περιορισμένες και μάλλον σποραδικές, καθώς αποτελούν μνείες ονομασιών ή απλές απεικονίσεις, στα πλαίσια ευρύτερων μελετών για τις παραδοσιακές αρχιτεκτονικές μορφές ενός τόπου. (. . .) Η ανά χείρας μελέτη, ερευνώντας συστηματικά τις καμινάδες ενός αιγαιοπελαγίτικου νησιού, της Σάμου, την κατασκευή, τη μορφολογία, τη λειτουργικότητα, τη διακοσμητική, αλλά και τις προλήψεις, τις δεισιδαιμονίες και τα έθιμα που σχετίζονται μ’ αυτές, φιλοδοξεί να αποτελέσει μια συμβολή στη σπουδή του ζητήματος, αλλά και στην έρευνα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των νησιών του Αιγαίου, ευρύτερα. Στηρίζεται σε συστηματική επιτόπια έρευνα στη Σάμο, που ξεκίνησε το 1986 και ολοκληρώθηκε το 1992, αλλά και σε υλικό άλλων νησιών του Αιγαίου, σε συζητήσεις με τους τελευταίους κατασκευαστές καμινάδων στο νησί (τζακάδες) και σε αναδίφηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας. Αναδεικνύονται έτσι πλήθος μορφών και παραλλαγών, που υπαγορεύονται απ’ τη χρηστικότητα, αλλά και από τη διακοσμητική διάθεση του λαϊκού δημιουργού και τεχνίτη. Ελπίζω ότι η έρευνα, που για το θέμα αυτό τώρα αρχίζει, θα συνεχιστεί, αποτυπώνοντας και μελετώντας αυτό τον άγνωστο πλούτο μορφών και διακοσμητικών λύσεων της παραδοσιακής μας αρχιτεκτονικής.
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]