Η ποίηση του Νότη Γέροντα ευθέως παραπέμπει στον Κάρολο Μπωντλέρ, τον Κώστα Καρυωτάκη, στο Νίκο Καββαδία και σ` αυτούς που είθισται να ονομάζονται `καταραμένοι ποιητές`, με κορυφαίο εκπρόσωπό τους τον Έντγκαρ Άλαν Πόε. Εκείνο που εντυπωσιάζει από πρώτη ματιά είναι η πάνω από άρτια τεχνική του. Ο καλοδουλεμένος στίχος, η γλώσσα, ακόμα κι αν δεν πρόλαβε να τύχει της ύστατης τελευταίας ματιάς του δημιουργού τους πάνω στα δοκίμια.
Ωστόσο δεν υπάρχει ούτε μια λέξη περιττή σε όλα τα ποιήματά του. Σαν σύνολο παρουσιάζεται σαν ένα ηφαίστειο εν εκρήξει. Η λάβα του δεν πέτρωσε ποτέ. Ούτε έγινε στάχτη. Από ποίημα σε ποίημα υπάρχει μόνο η φωτιά και οι πέτρες που εκσφενδονίζονται μαζί της. Με κρατημένη την ανάσα περνούσα από ποίημα σε ποίημα. Ένιωθα τη φλόγα τους να καίει κοντά μου και έβαζα τα χέρια μου μπροστά μη με χτυπήσει καμιά από τις κοτρώνες που βγαίναν από τα έγκατα της πυρακτωμένης γης του.
Λυπήθηκα που δεν τον γνώρισα προσωπικά γιατί σίγουρα θα είχαμε πολλά να πούμε οι δυο μας. Κάπου σαν ιδιοσυγκρασίες θα ταιριάζαμε. [. . .] (Βασίλης Βασιλικός, από τον πρόλογο της έκδοσης)
`Νησιά`
Σε δοκίμασα με νερό θαλασσινό
Για να δω αν ξεβάφεις
Πίστεψέ με
Με τον καιρό όλα φεύγουν
Πρώτα τα καράβια
Πίστεψέ με
Με τον καιρό όλα αλλάζουν
Πρώτα η ρότα
Γιατί οι άνθρωποι να μη δένονται μ` αλυσίδες
Και να μη τρέφονται με τις σκέψεις μιας στιγμής
Μιας στιγμής χρυσόσκονη
Δεν ξέρω
Είναι φρικτό να μη σε πιστεύουν
Πιο φρικτό να μη θέλεις
Να σε πιστέψουν
Η αδυναμία να θέλεις να γνωρίσεις τον εαυτό σου
Μ` ακούς;
Εγώ δεν ήθελα να γνωρίσω εγώ
Πιάνεις κάτι που τρέχει και χάνεσαι
Ξέρεις γλυκιά μου πού να βρεις τώρα άλογα
Μ` ακούς;
Δεν υπάρχουν άλογα [. . .]