Η συνεργασία των φιλοσόφων με τους φορείς της πολιτικής εξουσίας ή και η απευθείας εμπλοκή τους με την πολιτική έχει τις απαρχές της στην αρχαία Ελλάδα -με πρώτον διδάξαντα, σύμφωνα με την παράδοση, τον Θαλή τον Μιλήσιο- και συνεχίζεται, με κάποιες ευεξήγητες προσαρμογές και διαφοροποιήσεις, έως τις μέρες μας. Οι φιλόσοφοι αισθάνονται συχνά ότι κατέχουν μια ειδικού τύπου γνώση, η οποία είναι απαραίτητη για την ορθή άσκηση της πολιτικής εξουσίας, ενώ ενίοτε και οι κρατούντες βιώνουν την ανάγκη μιας θεωρητικής θεμελίωσης της πολιτικής που με δημοκρατικό ή όχι τρόπο ασκούν. Η εμπλοκή των φιλοσόφων στην πολιτική συχνά αποβαίνει τραυματική για αυτούς, φαινόμενο άξιο μιας ιδιαίτερης μελέτης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμπεράσματα χρήσιμα τόσο για την πολιτική φιλοσοφία όσο και για την πολιτική πράξη.
Αντικείμενο του ανά χείρας τόμου είναι η μελέτη της σχέσης του σπουδαίου Βρετανού φιλοσόφου και νομομαθούς Ιερεμία Μπένθαμ με τις πρώτες ελληνικές επαναστατικές κυβερνήσεις και το Σύνταγμα της Επιδαύρου. Ύστερα από ελληνική πρόσκληση ο Μπένθαμ, ένθερμος υποστηρικτής κάθε προσπάθειας πολιτικής και εθνικής χειραφέτησης υπόδουλων λαών και δημιουργίας θεσμών και νομοθεσίας επάνω σε ορθολογικές βάσεις, παρενέβη στα ελληνικά πράγματα στέλνοντας στους εγχώριους ιθύνοντες διάφορα δοκίμια, επιστολές αλλά και απεσταλμένους. Στόχος του ήταν -πέρα από τη διάδοση και την έμπρακτη εφαρμογή της ωφελιμιστικής φιλοσοφίας του- η προσαρμογή κάποιων σημείων του ελληνικού Συντάγματος, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος διολίσθησης του νεοσύστατου πολιτεύματος σε μια μορφή αυταρχικής κυριαρχίας των αιρετών αρχόντων πάνω στους πολίτες.
Οι παραινέσεις του Μπένθαμ δεν έτυχαν τότε της προσοχής που τους άξιζε. Τα κείμενά του ωστόσο -σημειωτέον τα πρώτα που μεταφράζονται και σχολιάζονται στα ελληνικά μετά τα μέσα του 19ου αιώνα- έχουν ιδιαίτερη σημασία. Αφενός μας διαφωτίζουν για τις ριζοσπαστικές δημοκρατικές απόψεις που χαρακτηρίζουν το μεγάλο φιλόσοφο στας δυσμάς του βίου του· αφετέρου, αναδεικνύουν μια άγνωστη εν πολλοίς ιδεολογική διάσταση του Αγώνα της Παλιγγενεσίας, που φαίνεται ότι αποτέλεσε και συνειδητή επιλογή τουλάχιστον για ένα μέρος των πρωταγωνιστών της.
Η συναγωγή συμπερασμάτων ως προς την ιστορική συνέχεια των προσπαθειών της εποχής εκείνης είναι κάτι που υπερβαίνει τις φιλοδοξίες της ανά χείρας δημοσίευσης και επαφίεται στους ειδικούς, αλλά και στην κρίση του κάθε αναγνώστη. Καθηγητής Παύλος Σούρλας, Γενικός Γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]