[. . .] Τα μάτια της πήραν το χρώμα του Αιγαίου, ενώ η ανάσα της έκανε το θώρακά της ν` ανεβοκατεβαίνει απ` τη λεπτή της μπλούζα, που τεντωνόταν πάνω από τα δύο ωραιότατα στήθη της. Ο Καρβάλιο υποψιαζόταν ότι θα ήταν σφιχτά, με ρώγες άγουρες, σαν τα στήθη των έφηβων κοριτσιών. «Ταραμάς, μουσακάς, ντολμάδες. . . Τώρα το μόνο που λείπει είναι ένα κομμάτι του Θεοδωράκη, το `Περιγιάλι` για παράδειγμα, με τους στίχους του Σεφέρη, που ο Αλέκος το έπαιζε ξανά και ξανά στο πικάπ μέχρι που έκλαιγαν και τ` αυτιά του, όπως έλεγε». [. . .] Ο Πέπε Καρβάλιο αναλαμβάνει για λογαριασμό ενός παράξενου ζευγαριού Γάλλων, της Κλερ και του Λεμπρούν, να εντοπίσει που βρίσκεται ο Αλέκος, ο έλληνας σύζυγος της Κλερ. Καθώς περιδιαβαίνουν τις παλιές βιομηχανικές ζώνες της Βαρκελώνης αναζητώντας τον Έλληνα με τη σκοτεινή προσωπικότητα, η καρδιά του Καρβάλιο υποκύπτει στην άπιαστη ομορφιά της Κλερ. Το προφίλ του ως κυνικού και ψυχρού ντετέκτιβ δεν θ` αργήσει να καταρρεύσει. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]