Όσον αφορά τον Κές Πόπιγκα προσωπικά, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι στις οκτώ το βράδυ υπήρχε ακόμη χρόνος αφού, όπως και να χει, η μοίρα του δεν είχε ακόμη καθοριστεί. Αλλά χρόνος για ποιο πράγμα; Και μπορούσε μήπως να κάνει κάτι διαφορετικό απ` αυτό που θα έκανε, όντας πεπεισμένος άλλωστε πως οι κινήσεις του δεν είχαν περισσότερη σημασία απ` ότι είχαν τις τόσες και τόσες μέρες που είχαν προηγηθεί;... Τέλος, αν είχε ψάξει να βρει μέσα του, με απόλυτη ειλικρίνεια, τι τον προόριζε για ένα πολυτάραχο μέλλον, σίγουρα δεν θα του είχε έρθει στο νου μια φευγαλέα αίσθηση, σχεδόν επιλήψιμη, που τον αναστάτωνε κάθε φορά που έβλεπε το τρένο να περνά, κυρίως τη νύχτα, μεταφέροντας πίσω από τις τραβηγμένες κουρτίνες το μυστήριο των ταξιδιωτών.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]