Ο Μήτσος Παπανικολάου, παράλληλα με το πρωτότυπο έργο του -ποιητικό και κριτικό- που συγκεντρώθηκε και εκδόθηκε από τον Τάσο Κόρφη, ασχολήθηκε και με τη μετάφραση με μιαν αφοσίωση και συνέπεια που είχαν σαν αποτέλεσμα, τις περισσότερες φορές, όχι μόνον μιαν αριστοτεχνική ανάπλαση ξένων κειμένων στη γλώσσα μας, αλλά και μια προσωπική δημιουργία, καθώς ο ποιητής αγωνίστηκε να εκφράσει μέσα από τα ξένα κείμενα τον ίδιο του τον εαυτό.
Από αυτή την αφοσίωση και συνέπεια δεν πηγάζει μόνο η, δυστυχώς, ανεκπλήρωτη επιθυμία του να εκδώσει τα "Πορτραίτα ξένων ποιητών", τις μεταφράσεις του, σαν το αντιπροσωπευτικότερο έργο του, αλλά και το πάθος του για τη μετάφραση ορισμένων μόνο ποιητών. Έτσι, ξεκινώντας από τον Μπωντλαίρ και τον Βεράρεν -που ποιήματά τους πρωτοδημοσίευσε στο "Νουμά" και το "Βωμό"- θα μεταφράσει αργότερα Μιλόζ και Απολλιναίρ, για να καταλήξει, στα τελευταία του, στο Βαλερύ. Ιδιαίτερα, όμως, ο Μιλόζ, ο εξόριστος λιθουανός ευπατρίδης με τις πλούσιες παιδικές αναμνήσεις, θα γίνει το ίνδαλμα του Παπανικολάου. Θα γράψει γι αυτόν ένα μεγάλο άρθρο στα "Νεοελληνικά Γράμματα", θα μεταφράσει πολλά από τα ποιήματά του και προπάντων τις εξαίρετες "Συμφωνίες" του, θα θρηνήσει σαν αδελφός, στο θάνατό του. Η απέριττη μουσική του γαλλολιθουανού νοσταλγού, τόσο κοντά στο ψυχικό κλίμα του μεταφραστή, θα ξανατονιστεί στη γλώσσα μας πάνω σε στίχους αντάξιους με το πρωτότυπο.
Τάσος Κόρφης