Οι μετανάστες αποτελούν ίσως το πιο πολυσυζητημένο θέμα στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, σε μια συγκυρία κατά την οποία η οικονομική κρίση έχει λειτουργήσει καταλυτικά για τη διάχυση της ανασφάλειας στον γηγενή πληθυσμό. Το ελληνικό κράτος δεν ήταν προετοιμασμένο να δεχτεί τόσο μεγάλο αριθμό μεταναστών σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Επέδειξε διστακτικότητα και αμφιθυμία στην προώθηση του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου για τη νομιμοποίηση και την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία. Αυτός ο αρχικός αιφνιδιασμός ουδέποτε ξεπεράστηκε πλήρως.
Στην Ελλάδα, όπως και στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο, οι μετανάστες που στην πλειονότητα τους εισήλθαν στη χώρα με μη νόμιμο τρόπο έχουν τροφοδοτήσει την άτυπη αγορά εργασίας. Ακόμη και όταν καταφέρουν να γίνουν νόμιμοι, οι διαθέσιμες γι` αυτούς θέσεις εργασίας προϋποθέτουν χαμηλή εξειδίκευση, ενώ συνεπάγονται χαμηλές αμοιβές, σημαντικό μόχθο και περιορισμένες ευκαιρίες για τη βελτίωση της κοινωνικής και επαγγελματικής τους κατάστασης.
Παρότι το μεταναστευτικό φαινόμενο προσεγγίζεται συνήθως σε εθνικό επίπεδο, το τοπικό επίπεδο θεωρείται το πλέον κατάλληλο για να μελετηθεί η συνάρθρωση των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών διαστάσεων του. Ο συλλογικός αυτός τόμος στοχεύει στην κατανόηση του ζητήματος μέσα από την ανάλυση του γενικότερου οικονομικού και θεσμικού πλαισίου της ένταξης των μεταναστών στην αγορά εργασίας (στα τέσσερα κείμενα του πρώτου μέρους), καθώς και από τις επιμέρους αναλύσεις εμπειρικών ερευνών (στα πέντε κείμενα του δεύτερου μέρους), στις οποίες αποτυπώνονται οι τοπικές διαστάσεις της απασχόλησης και κινητικότητας των μεταναστών σε διαφορετικές περιοχές της χώρας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]