Ιανουάριος 1945, τέλη Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Μια κοπέλα, τυλιγμένη σε μια βαριά στρατιωτική χλαίνη που την προστατεύει ελάχιστα από το κρύο, διαφεύγει μέσω του πολωνικού και τσέχικου εδάφους· φτάνει στη Βιέννη, κι από εκεί στη Γένοβα, όπου τη βοηθούν κάποιοι φίλοι. Τρία χρόνια αργότερα, το 1948, έχει ξεκινήσει μια καινούργια ζωή στο Μπουένος Άιρες. Δεν ήταν εύκολο, και πρέπει να δουλέψει σκληρά για να βγάλει το ψωμί της· μένει στην πανσιόν της Φράου Ντορς, όμως κανένας από τους υπόλοιπους ενοίκους, στην πλειοψηφία τους Ρουμάνοι και Ούγγροι πρόσφυγες, δεν γνωρίζει πώς κατάφερε να φύγει από την Ευρώπη... Διότι αυτή η γυναίκα σέρνει πίσω της ένα αμαρτωλό παρελθόν, και μετά από πολλά χρόνια, μόνο οι αθώες ερωτήσεις του γιου της Φεδερίκο, τον οποίο συνέλαβε στο Μπουένος Άιρες στα τέλη του ίδιου έτους, είναι ικανές να την εμποδίσουν να το ξεχάσει και να το θάψει οριστικά. `Οι ιστορίες δεν επινοούνται, κληρονομούνται` έγραψε ο Κοζαρίνσκι στο μυθιστόρημά του `Ο Μολδαβός σωματέμπορος`, και, πράγματι, θα είναι ο ίδιος ο Φεδερίκο, ενήλικος πια, εκείνος που θα κλείσει τον κύκλο αυτής της κρυφής ζωής.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]