«Αγάπησα και ονειρεύτηκα ένα περίλαμπρο Σχολειό, κι αποφάσισα να θυσιάσω κάθε μου υλική ευζωία σε μια ψυχική μου ικανοποίηση. Κ` είδα, όσο έζησα εκεί μέσα, τη ρίζα του κακού τόσο βαθιά του εισχωρημένη, ώστε απελπισμένος να καταλήξω πολλές φορές στην εξωφρενιτική ανακραυγή των σημερινών γραφομένων μου: `Κλείστε τα Σχολειά!`
Δάσκαλε!
Μη φοβηθείς την αταξία του παιδιού, την καταλαλιά των γερόντων ή τον οπισθοδρομημένο Νόμο! Αν βαλθείς μ` ενθουσιασμό και με πίστη να εργαστείς για την προαγωγή και την ανάταση της Ζωής που σου εμπιστεύονται, να είσαι βέβαιος, θα σε σεβαστεί αυτή η Ζωή στο τέλος και θα κλίνει μπροστά σου!...»
Η Λέσβος βρίσκεται σε μεταβατική εποχή, η Λεσβιακή Άνοιξη αναπτύσσεται, η εκπαιδευτική κατάσταση παραπαίει, ο Κουντουράς, ξεπερνώντας τις αντίξοες κοινωνικές και ατομικές συνθήκες, καταθέτει δημόσια την άποψή του για την εκπαίδευση. Με ελάχιστη εκπαιδευτική υπηρεσία, πολύχρονη στράτευση, πέντε χρόνων και τριών μηνών, συμπυκνώνοντας την ποιητική του φύση, τις ποικίλες εμπειρίες και τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες, δημοσιεύει την `ανατρεπτική` του θέση, τις προσδοκίες και το όραμά του για το εκπαιδευτικό ζήτημα σε μια σειρά άρθρων με τον τίτλο `Κλείστε τα Σχολειά` στην εφημερίδα `Καμπάνα` του φίλου του Στράτη Μυριβήλη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]