Τα τελευταία χρόνια εγείρονται με ιδιαίτερη οξύτητα τα προβλήματα της βελτίωσης των σχέσεων της διοίκησης με τους πολίτες και της καταστολής της διαφθοράς του δημόσιου τομέα. Και οι δύο κύκλοι προβληματισμού συνδέονται με τις ηθικές αξίες της δημόσιας διοίκησης και την εφαρμογή τους σε καθημερινό επίπεδο μέσω αντίστοιχων κανόνων δεοντολογίας.
Η μελέτη εξετάζει καταρχήν την έννοια της διοικητικής δεοντολογίας και τους τρόπους με τους οποίους το ισχύον δίκαιο προσδίδει δεσμευτικότητα στους κανόνες ηθικής συμπεριφοράς της διοίκησης. Στη συνέχεια αναλύονται οι επιμέρους υποχρεώσεις που βαρύνουν τα διοικητικά όργανα στις συναλλαγές τους με τους πολίτες καθώς και στην ενγένει υπηρεσιακή τους συμπεριφορά, με βάση τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, τον νέο Υπαλληλικό Κώδικα, τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων και τα σχετικά διεθνή κείμενα. Ακόμη, η μελέτη υπεισέρχεται στις έννομες συνέπειες της παραβίασης κανόνων δεοντολογίας, τόσο από την άποψη ποινικών και διοικητικών κυρώσεων για τους παραβάτες, όσο και ενόψει των δυνατοτήτων έννομης προστασίας του θιγόμενου πολίτη.
Το έργο ολοκληρώνεται με την παρουσίαση των στοιχείων εκείνων τα οποία -πέρα από τις κωδικοποιήσεις κανόνων δεοντολογίας- εξασφαλίζουν την ηθική συμπεριφορά της δημόσιας διοίκησης. Με τη μορφή παραρτημάτων παρατίθενται τέλος δύο πρότυποι διεθνείς κώδικες δεοντολογίας της δημόσιας διοίκησης που υιοθέτησαν η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.