«ΙΣΤΟΡΙΑΝ δεν γράφω, ουδέ σκοπόν είχον να δημοσιεύσω τας σημειώσεις τας οποίας ετήρουν διαρκούντος του Ελληνικού Αγώνος. Αλλά εν τω γήρατι λαβών ανά χείρας συγγραφείς τινας ξένους και Έλληνας, οίτινες εξιστόρησαν τα της Ελληνικής Επαναστάσεως, και θεωρών οπόσον παρεμορφώθη η αλήθεια πολλών γεγονότων, είτε εξ αγνοίας είτε εκ φαντασίας, και οπόσον εσυγχίσθησαν τα πρόσωπα, αι εποχαί και αυτά τα γεγονότα, απεφάσισα να γράψω τα Απομνημονεύματα ταύτα.
Περιοριζόμενος μόνον εις την διήγησιν των συμβάντων ων ήμην αυτόπτης, και των πράξεών μου, απέφυγον την περιγραφήν εκείνην των γεγονότων, άτινα ήμην εις θέσιν να γνωρίζω δια της εις την Ελλάδα παρουσίας μου...
... Ομολογώ, ότι εις αυτά τα Απομνημονεύματά μου ώφειλον να παραλείψω και τινα γεγονότα μικρού λόγου, αλλά δεν ηδυνάμην να τα αποσιωπήσω, αφού παραμορφωμένα αναφέρονται υπ` άλλων συγγραφέων.
... Ποσώς δε αξιώ να συναριθμηθώ μεταξύ των ηρώων της Επαναστάσεώς μας, διότι και η εκπαίδευσίς μου ουδόλως υπήρξε στρατιωτική. Μέχρι του εικοστού πρώτου έτους της ηλικίας μου, κατεγινόμην εν Κεφαλληνία εις προκαταρκτικάς σπουδάς. Μεταβάς είτα εις την εσπερίαν Ευρώπην, ησχολήθην, εφ` όλην τετραετίαν περί τα Νομικά, και εν έτος μετά την εις τας Νήσους επάνοδόν μου, ενώ έμελλον να υπηρετήσω εις τον δικαστικόν κλάδον, εισήχθην εικοσιπενταέτης εις την των φιλικών εταιρίαν. Έκτοτε δε παραιτήσας την Θέμιδα ησπάσθην ενθουσιωδώς το του Άρεως στάδιον προκειμένου περί ελευθερώσεως της πατρίδος μου. Ηυτύχησα δε να ίδω την πραγματοποίησιν των φαντασιωδών εκείνων διαλογισμών, οίτινες εγεννώντο εν τη διανοία μου δια της αναγνώσεως της αρχαίας των προγόνων ιστορίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]