Όπως είναι γνωστό, οι ισχύουσες εταιρικές μορφές για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, κυρίως όταν πρόκειται για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δεν ικανοποιούν τις ανάγκες των συναλλαγών. Το δίκαιο της επε, εταιρίας που προορίζεται για την άσκηση τέτοιων επιχειρήσεων, από την εισαγωγή του δεν εκσυγχρονίσθηκε και δεν παρακολούθησε τις εξελίξεις, ώστε να καταστεί ευέλικτο και απλό. Οι ρυθμίσεις του είναι δυσκίνητες, συχνά η συμβολαιογραφική παρέμβαση, τόσο κατά την ίδρυση όσο και κατά τη λειτουργία της εταιρίας, το καθιστούν ακριβό εργαλείο στην άσκηση της δραστηριότητας. Η ανάγκη διπλής πλειοψηφίας για τη λήψη αποφάσεων συχνά οδηγεί σε αδιέξοδα. Η τροποποίηση του καταστατικού μόνο με απόφαση του ανώτατου οργάνου, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα της τροποποίησης, είναι αδικαιολόγητη. Η αδυναμία της εταιρίας να δέχεται στους κόλπους της πρόσωπα που δεν διαθέτουν κεφάλαιο, που έχουν όμως τη δυνατότητα να καταθέτουν τις προσωπικές ικανότητες και τη φερεγγυότητά τους, παίρνοντας και αυτά τη θέση εταίρου, ισότιμα με όσους καταθέτουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια, δεν της επιτρέπει το άνοιγμα και προς τα πρόσωπα αυτά.
Τα παραπάνω προβλήματα και σειρά από άλλα οδήγησαν στην εισαγωγή της νέας εταιρίας που πήρε το όνομα "Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία", μιας εταιρίας που διακρίνεται για την ευελιξία και την απλότητά της, τόσο στην ίδρυση όσο και στη λειτουργία της, μιας εταιρίας που ανταποκρίνεται περισσότερο στην άσκηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η εταιρία αυτή έχει ως βασικό χαρακτηριστικό ότι η εταιρική συμμετοχή δεν συνδέεται με τη συγκρότηση του εταιρικού κεφαλαίου. Τούτο κατά νόμο μπορεί να είναι και ένα (1) ευρώ. Όμως, σ` αυτή, πέρα από τις κεφαλαιακές εισφορές, προβλέπεται και η ανάληψη εξωκεφαλαιακών εισφορών, κυρίως εισφορών που συνίστανται σε παροχή υπηρεσιών, και εγγυητικών εισφορών. Με την πρώτη μορφή εισφορών η εταιρία αξιοποιεί τις ικανότητες των εταίρων της και με τη δεύτερη μορφή οι εταίροι εγγυώνται έναντι τρίτων την εκπλήρωση των εταιρικών οφειλών, μέχρι ορισμένου ποσού, πράγμα που βελτιώνει τη φερεγγυότητά της. Όλα τα μερίδια, ανεξάρτητα από την εισφορά που αντιπροσωπεύουν, παρέχουν τα ίδια δικαιώματα.
Ο νέος νόμος καθιστά ευέλικτη τη λειτουργία του ανώτατου οργάνου, καθώς εγκαταλείπει, χωρίς να την αγνοεί, τη μέχρι σήμερα απαιτούμενη διπλή πλειοψηφία - κεφαλαίου και προσώπων - για τη λήψη αποφάσεων. Μεταφέρει εξουσίες στους διαχειριστές της εταιρίας. Κυρίως, όμως, δίνει τη δυνατότητα στους εταίρους να διαμορφώνουν το καταστατικό της εταιρίας και να το προσαρμόζουν στις δικές τους ανάγκες. Έτσι, έχουν τη δυνατότητα να καθιστούν την εταιρία άλλοτε περισσότερο κεφαλαιουχική και άλλοτε περισσότερο προσωπική και εύκαμπτη. Η μείωση των αναγκαστικού δικαίου διατάξεων δίνει τη δυνατότητα στους εταίρους να φτιάξουν ένα "δικό" τους σχήμα, εύπλαστο και λειτουργικό, ώστε σύντομα να υποκαταστήσει την εταιρία περιορισμένης ευθύνης, που δεν κατάφερε να δικαιώσει την αποστολή της.