«Έχοντας ξυπνήσει από βαθιά ανάγνωση, φερμένος από τον ασίγητο ρυθμό των αράδων στην ομιλία, με το στόμα μισό ακόμη στο σκοτάδι, έτσι αφιερώνεται λοιπόν ο πάλι ηχογραφούμενος μονόλογος στην πρώτη ημερολογιακή ημέρα του χειμώνα». Με μια πρόταση προς ηχογράφηση αρχίζει η «Θεωρία της απειλής» και υποβάλλει εξαρχής την ένταση των αισθήσεων, της όρασης και της ακοής. Ο αναγνώστης ακολουθεί το βλέμμα του ήρωα και με μια ματιά άκρως κινηματογραφική, με ένα επιβλητικό zoom-in, από το αχανές στο συγκεκριμένο, το περιορισμένο, το απτό, ο Μπότο Στράους κατορθώνει με τις πρώτες αράδες να εγκαταστήσει τον αναγνώστη στο κεφάλι του ήρωά του. Ο αναγνώστης δεν βλέπει απλώς εμπρός του ό,τι περιγράφεται στο μονόλογο που ηχογραφείται, αλλά εξαναγκάζεται να αφουγκραστεί την τεταμένη σιωπή των αντικειμένων, μέχρι που εκείνη θα σπάσει. Με τη «Θεωρία της απειλής» ο Μπότο Στράους εξυφαίνει ένα εγκεφαλικό θρίλερ με υλικό την απουσία του έρωτα που στοιχειώνει το διαταραγμένο πνεύμα ενός συγγραφέα και την εφιαλτική πορεία τους προς την αυτογνωσία και τη λύτρωση. Οδηγός του σε αυτή την εγωκεντρική, σχεδόν αυτιστική, κάθοδο η μορφή μιας γυναίκας με όνομα βιβλικό, η Λεία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]