[...] Με συνθηματική περίπου συντομία, αλλά και κάθε επιφύλαξη, προσπαθώ να σκιαγραφήσω το περίγραμμα ενός γενικού κανόνα, θεωρώντας ότι την ισχύ του επιβεβαιώνει, ως εξαίρεση, η περίπτωση του Βασίλη Θεοχαράκη. Κι αυτό επειδή πιστεύω πως αντιπροσωπεύει μια καθόλου συχνή, εντελώς ασυνήθη, θα έλεγα, σύμπτωση επιτυχημένου επιχειρηματία, ο οποίος τυχαίνει να είναι και καταξιωμένος καλλιτέχνης, ή σωστότερα, μάλλον, ενός καλλιτέχνη που τυχαίνει να είναι ταυτόχρονα και επιχειρηματίας. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με μια σπάνια διφυή υπόσταση, στη σύσταση της οποίας πρέπει να αναζητηθεί μια παιδεία στοιχειοθετημένη από τα βασικά υλικά των ουμανιστικών σπουδών, εμπλουτισμένα με την αισθητική της τέχνης και την αρμονία της μουσικής. Η ιδιοτυπία άλλωστε των πνευματικών του καταβολών, η ιδιορρυθμία του, αν θέλετε, του επιτρέπει να προσεγγίζει την πραγματικότητα με μια ιδιάζουσα ποιητική ευαισθησία και με τη διεισδυτική οξύτητα μιας ματιάς που έχει το χάρισμα να προσλαμβάνει το ανθιστάμενο ακόμα φυσικό περιβάλλον, ανακαλώντας μέσα από τις εικόνες του και τις περιγραφές των αναμνήσεών του. Στη νοσταλγία των ελληνικών τοπίων του Θεοχαράκη δεν αποτυπώνεται τόσο η εξωτερική όψη του σήμερα, όσο η συγκίνηση που αποθησαύρισε η συνείδηση από τις βιωματικές εμπειρίες του χθες. [...]
Άγγελος Δεληβορριάς, διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη