Στο παρόν δοκίμιο εξετάζεται αναλυτικά η ένδοξη ιστορία της Κορίνθου, η κατάστασή της κατά τα μέσα του 1ου μ.Χ. αιώνα, οπότε υποτίθεται ότι παρέμεινε εκεί επί ενάμισι χρόνο ο Παύλος, και τέλος οι λεπτομέρειες της εν λόγω παραμονής, οι οποίες ειδωμένες από ελληνική σκοπιά, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έχουμε να κάνουμε με έναν συνωμότη που επιδιώκει με κάθε μέσο την υλοποίηση των σκοτεινών θρησκοπολιτικών σχεδίων του, εκμεταλλευόμενος την ανοχή των ρωμαϊκών αρχών και την φιλοξενία των κατοίκων της αμφιθάλασσου πόλης του Ποσειδώνα και της Αφροδίτης. Ως έδρα της ρωμαιοκρατούμενης επαρχίας της Αχαΐας, η Κόρινθος του 1ου μ.Χ. αιώνα δεν ήταν πια η πόλη του Κύψελου και του Περίανδρου. Η Κόρινθος των κλασικών χρόνων ισοπεδώθηκε από τον Μόμμιο, οι τελευταίοι απόγονοι των αρχαίων Κορίνθιων εσφαγιάστηκαν και η νέα πόλη που κτίστηκε έναν αιώνα αργότερα στη θέση της, η λεγόμενη Coloni Julia Corinthus, δεν ήταν ούτε η μισή σε έκταση συγκρινόμενη με εκείνη την οποία εδόξασαν ο ποιητής Εύμηλος, ο ρήτορας Δείναρχος και η εταίρα Λαΐδα. Παρόλα αυτά, χάρη στους πανελλήνιους αγώνες των Ισθμίων, η Κόρινθος της ρωμαιοκρατίας κατάφερε κι αυτή σταδιακά να ανακτήσει ένα μέρος από την παλιά της αίγλη, ενώ όταν εκδηλώθηκε η αυτοκρατορική εύνοια του Νεύτωνα, αρκετές από τις παλιές πληγές επουλώθηκαν και συγκεντρώθηκαν οι προϋποθέσεις εκείνες που την ανέδειξαν στην αξιόλογη και πολυπληθή πολιτεία της εποχής των Αντωνίνων, την οποία περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο περιηγητής Παυσανίας. Τίποτα απ` όλα αυτά δεν αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων. Ο κειμενογράφος του «ιερού» κειμένου αγνοεί τα πάντα για την πόλη που διέμεινε επί ενάμισι χρόνο ο ήρωας του, ένας ασήμαντος αλλοδαπός τυχοδιώκτης με ευτελείς συναναστροφές και ύποπτες δραστηριότητες, που τον ανάγκασαν τελικά να αναχωρήσει μια ημέρα από το λιμάνι των Κεγχρεών. . . κουρεμένος!
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]