Ο Τζάσπερ Τσάλινορ, μαρκήσιος του Λένσμπορο, είχε μείνει εμβρόντητος! Όταν πρωτοσυνάντησε αυτή την κοκκινομάλλα κοπέλα ήταν πεσμένη μες στις λάσπες σ’ ένα χαντάκι.
Τι γύρευε τώρα ένα τόσο αναιδέστατο και κακοντυμένο πλάσμα στην τραπεζαρία του αριστοκράτη οικοδεσπότη του; Και γιατί αφού οι τρόποι της τον εκνεύριζαν τόσο, η σκέψη της δεν έλεγε να φύγει από το μυαλό του;
Η Έστερ είχε λόγους να αντιπαθεί τον λόρδο Λένσμπορο, και οι συνθήκες της γνωριμίας τους κάθε άλλο παρά βοήθησαν στο να αλλάξει γνώμη. Τι κι αν ήταν πολύ ωραίος άντρας και ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Βρετανία, εκείνη δεν την ενδιέφερε καθόλου.
Το πρόβλημα ήταν ότι ο Τζάσπερ, θεωρώντας τη λανθασμένα μια φτωχή συγγενή που η οικογένειά της την κακομεταχειριζόταν, αποφάσισε για κάποιο ανεξήγητο λόγο να τη σώσει! Και τώρα, όσο κι αν προσπαθούσε να τον αποφύγει, τον έβρισκε διαρκώς μπροστά της...