Το πλέον πολυσυζητημένο θέμα, που από την αρχέγονη κιόλας εποχή απασχόλησε την ανθρώπινη σκέψη, είναι αυτό του ποικιλόμορφου κακού, το οποίο εισχωρεί εκούσια ή ακούσια στη ζωή του ανθρώπου και επηρεάζει ποικιλότροπα την πραγματικότητα και την εξελικτική πορεία του.
Ως διαρκής αναστολέας της όντως ζωής το κακό είναι το καθημερινό συναπάντημα -προβλεπόμενο ή απροσδόκητο- του ανθρώπου, το οποίο λειτουργεί διαβρωτικά και καταλυτικά στην εναγώνια προσπάθειά του για ολοκλήρωση και τελείωση του κατ` εικόνα πλασμένου και προς ομοίωση επειγομένου είναι του. Είναι εκείνο το «κακό σπέρμα των ζιζανίων», που έσπειρε κακόβουλα στον ξένο αγρό «άνθρωπος εχθρός», υπό το κράτος του σκότους της νύκτας, της άγνοιας και της αμαρτίας.
Το κακό, όπως το είδε και το αντιμετώπισε η θεολογική και φωτισμένη σκέψη των αγίων Πατέρων μας, είναι οντολογικά ανυπόστατο. Γιατί όλη η δημιουργία πλάσθηκε «καλή λίαν». Αυτό νοείται μόνο ως διάβρωση του αγαθού που συμβαίνει στον κτιστό κόσμο -αισθητό ή νοητό, σώμα ή ψυχή- και όχι ως αντίποδας του αγαθού. Δεν είναι δηλαδή ον αντίθετο του αγαθού, όπως θέλει να το βλέπει η αιρετική, Μανιχαϊκή σκέψη, αλλά είναι αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν «συμβεβηκός».
Ως ανευλόγητο λοιπόν και παρείσακτο το κακό, αποκαλύφθηκε εναργέστερα, όταν «ο Ήλιος της Δικαιοσύνης» ανέτειλε και φώτισε τη ζωή και την αιώνια προοπτική του ανθρώπου. Γιατί τότε «διανοίχθηκαν οι οφθαλμοί» της ψυχής του «υιού του Αδάμ» και συνειδητοποίησε την ύπαρξη των ανεπιθύμητων ζιζανίων στον αγρό του είναι του και του κόσμου, που διαρκώς τον συνθλίβουν και τον κρατούν κάτω από την απειλή του «ετέρου νόμου». [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]