Σχεδόν σε καθημερινή βάση εφημερίδες και τηλεόραση γνωστοποιούν επιχειρήσεις κατά της Μαφίας που καταλήγουν σε συλλήψεις. Σύντομα ρεπορτάζ που δεν αφήνουν περιθώρια εμβάθυνσης στην εξοικειωμένη με την κατάσταση και αδιάφορη κοινή γνώμη. Κατά βάθος, σκέφτεται κανείς ότι είναι ιστορίες που δεν αγγίζουν την πραγματική ζωή.
Και όμως, πίσω από αυτές τις επιχειρήσεις υπάρχει μια πραγματικότητα: έμποροι ναρκωτικών της Ντράνγκετα μεταφέρουν τόνους κοκαΐνης από τη Νότια Αμερική και αγοράζουν εμπορικά πλοία σαν να ήταν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα· μαφιόζοι που έχουν καταδικαστεί στην Ιταλία ή καταζητούνται ζουν σαν επιχειρηματίες στη Νότια Αφρική· η Καμόρα έχει δημιουργήσει μια πολυεθνική που παράγει προϊόντα μαϊμού με παραρτήματα σε όλο τον κόσμο· στη Γερμανία το εμπόριο ναρκωτικών των τελευταίων είκοσι χρόνων είχε ως βάση καλαβρέζικες πιτσαρίες. Μπροστά σε ένα τέτοιο σκηνικό, όταν το ετήσιο εισόδημα της Ντράνγκετα, της Κόζα Νόστρα και της Καμόρα (γύρω στα 130 δισεκατομμύρια ευρώ) ξεπερνά το ΑΕΠ τριών μικρών ευρωπαϊκών κρατών και σχεδόν το 10% του ενεργού πληθυσμού της νότιας Ιταλίας εργάζεται στη `βιομηχανία της Μαφίας`, καταλαμβάνεται κανείς από φόβο. Ποιο είναι το όριο ανάμεσα στην καθαρή οικονομία και το οικονομικό έγκλημα; Σε τι αναφερόμαστε όταν μιλάμε για οργανώσεις της ιταλικής Μαφίας ανά τον κόσμο; Και μέχρι πού έχουν φτάσει;
Σε αυτά τα ερωτήματα ο Φορτζιόνε δίνει απαντήσεις, αποκαλύπτοντας τα κύρια σχέδια οικονομικού `αποικισμού` της Μαφίας, ποιος τα προώθησε και πώς κατέληξαν. Και με τη χαρτογράφηση της μετακίνησης των `οικογενειών` φωτογραφίζει τη σημερινή `παγκοσμιοποίηση` των τριών ιταλικών οργανώσεων της Μαφίας. Ένα μοναδικό εργαλείο για να συλλάβουμε τις διαστάσεις αυτής της `απειθάρχητης οικονομίας` που μολύνει τον κόσμο περισσότερο απ` ό,τι μπορούμε να φανταστούμε.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]