Η `λογοτεχνική αδεία` χρησιμοποίηση της δήθεν παρέμβασης του αδελφού μου Κώστα στο κείμενό μου από εμένα, το 1979 που πρωτογράφτηκε το βιβλίο μου αυτό, είχε τότε σαν σκοπό αφ` ενός το σπάσιμο ενδεχόμενης μονοτονίας της μακράς αφήγησής μου, όσο και την εσωτερική ίσως πρόθεσή μου να καταστήσω εκείνον συμμέτοχο στο πόνημά μου αυτό, σαν μοναδικό επιζώντα της πατρικής μας οικογένειας.
Σήμερα, το 2003, που ξαναπαρουσιάζω το κείμενο αυτό με ελάχιστες προσθαφαιρέσεις διορθωτικές καθώς το ξαναδιαβάζω και το ξαναζώ, ξεκινώντας από τον τίτλο του βιβλίου εστιάζω το σύνολο της ιστόρησης όλο και περισσότερο στο πρόσωπο της μητέρας μου -βάζοντας τον υπότιτλο μόνο στο εσωτερικό του βιβλίου- και δεν αλλάζω βέβαια αυτή την παρέμβασή μου, χωρίς όμως πια να υπάρχει κανείς αποχρών εσωτερικός λόγος.
Είναι σαν να απόμεινα μόνη μου με τη μητέρα μας να την ακούω να μου διηγείται όλα αυτά που την γοήτευαν και την βάραιναν ίσως, όπως ακριβώς μου τα έγραφε και στο ημερολόγιό της που απηύθυνε και αφιέρωσε προσωπικά σε μένα και μόνο, που της το `χα ζητήσει.
Σαν να πέρασε όλο αυτό το μεράκι της για την Κρήτη, την ιστορία και τους ανθρώπους της μέσα μου και με πολλή χαρά το μοιράζομαι σήμερα με τους αναγνώστες μου σαν να `ναι αδέλφια μου. Παιδιά του ίδιου Θεού δεν είμαστε;
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]