Στο βιβλίο αυτό η λογοτεχνική θεωρία αντιμετωπίζεται ως μια δυνατότητα για τον καθηγητή της λογοτεχνίας, να φτάσει σε μια κριτική κατανόηση της φύσης του αντικειμένου της λογοτεχνίας, των πάγιων - αλλά και των εναλλακτικών - απόψεων για τους σκοπούς και τους τρόπους της διδασκαλίας του· ως μια ευκαιρία να αναστοχαστεί για το τι πιστεύει πως είναι η λογοτεχνία και τι η διδασκαλία της· τι διακηρύττουν για το ίδιο ζήτημα οι οργανωτικές προδιαγραφές του μαθήματος· πόσο η άποψή του συγκλίνει με ή αποκλίνει από τις προδιαγραφές αυτές. Με μια κριτική χρήση της λογοτεχνικής θεωρίας, ο καθηγητής θα μπορούσε να αποφύγει περιοριστικές επιλογές και δυαδικότητες, που ναρκοθετούν όχι μόνο τις λογοτεχνικές σπουδές αλλά και το επικοινωνιακό κλίμα της διδασκαλίας. Θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα λειτουργικό πλαίσιο αλληλεπίδρασης, που θα επιτρέπει σ` εκείνον και τους μαθητές του να κινούνται διερευνητικά σε μεγαλύτερο φάσμα επιλογών, να αναζητούν τις συνθήκες που ευνοούν την καθεμιά, να προχωρούν σε κριτικές αναδιπλώσεις και να αποκτούν όλο και πιο ακριβή αντίληψη του τι κάνουν και πώς προσπαθούν να το πετύχουν.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]